Επειδή το θετικό αποτέλεσμα του ΗPV test δεν δηλώνει οπωσδήποτε την παρουσία προκαρκινικής ή καρκινικής αλλοίωσης στον τράχηλο της γυναίκας, είναι ενδεδειγμένη η περαιτέρω διαγνωστική προσέγγιση των ΗPV-θετικών γυναικών με μια επιπλέον εξέταση διαλογής (Triage test), έτσι ώστε να οδηγηθούν στην κολποσκόπηση και ιστολογική επιβεβαίωση της πιθανής προκαρκινικής αλλοίωσης μόνον οι γυναίκες με αυξημένο κίνδυνο. Προς το παρόν ως εξετάσεις διαλογής εφαρμόζονται διεθνώς το τεστ Παπανικολάου και η μοριακή ανίχνευση του γενώματος του ογκογόνου τύπου του ιού (HPV genotyping – HPV τυποποίηση -), δεδομένης της διαφορετικής επικινδυνότητας της εκάστου ογκογόνου HPV τύπου. Υπάρχουν, μάλιστα, μέθοδοι HPV DNA testing, οι οποίες προσφέρουν ταυτόχρονα ανίχνευση του γενώματος όλων των ογκογόνων τύπων συνολικά και εξειδικευμένα αυτή των πλέον επικίνδυνων τύπων 16 & 18. Η γενικότερη, βέβαια, τάση διεθνώς είναι η εφαρμογή όχι μορφολογικών (π.χ. κυτταρολογίας, ki67/p16 dual staining), αλλά μοριακών βιοδεικτών (HPV genotyping, host cell and viral genome methylation, microbiome analysis, whole genome sequencing) για τη διαλογή των HPV-θετικών γυναικών, έτσι ώστε η όλη διαδικασία του προσυμπτωματικού ελέγχου να είναι μοριακή (full molecular screening).
Είναι προφανές ότι η γυναίκα που θα ανιχνευθεί αρχικά ότι είναι φορέας κάποιου ογκογόνου τύπου του HPV ευρίσκεται σε υψηλότερο κίνδυνο – σε σύγκριση με μια HPV-αρνητική γυναίκα – για την ανάπτυξη καρκίνου στον τράχηλο της μήτρας. Με βάση, λοιπόν, τη διενέργεια της εξέτασης διαλογής (Triage test), εντοπίζονται οι γυναίκες με ακόμη μεγαλύτερο κίνδυνο και αυτές οδηγούνται σε περαιτέρω εξετάσεις, κολποσκόπηση και βιοψία, με στόχο τη θέση της ιστολογικής διάγνωσης, σύμφωνα με την οποία θα ακολουθήσει η χειρουργική θεραπεία ή η παρακολούθηση της γυναίκας.